Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2016
Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016
Μανόλης Αναγνωστάκης
Τοπίο
Ερειπωμένοι τοίχοι. Εγκατάλειψη.Περασμένες μορφές κυκλοφορούνε αδιάφοραΧρόνος παλιός χωρίς υπόστασηΤίποτα πια δε θ’ αλλάξει δω μέσα.
Είναι μια ήρεμη σιωπή μην περιμένεις απάντησηΚάποια νύχτα μαρτιάτικη χωρίς επιστροφήΧωρίς νιότη, χωρίς έρωτα, χωρίς έπαρση περιττή.Κάθε Μάρτη αρχίζει μιαν Άνοιξη.
Το βιβλίο σημαδεμένο στη σελίδα 16
Το πρόγραμμα της συναυλίας για την άλλη Κυριακή. |
Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2016
Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2016
Yvan Goll - Je ne voudrais être
Je ne voudrais être
Que le cèdre devant ta maison
Qu'une branche du cèdre
Qu'une feuille de la branche
Qu'une ombre de la feuille
Que la fraîcheur de l'ombre
Qui caresse ta tempe
Pendant une seconde.
Que le cèdre devant ta maison
Qu'une branche du cèdre
Qu'une feuille de la branche
Qu'une ombre de la feuille
Que la fraîcheur de l'ombre
Qui caresse ta tempe
Pendant une seconde.
CESARE PAVESE
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ
Τοιχαλάκια τριγύρω και κήπος στη μέση
με ξερόχορτα και φως που καίει σιγανά το
άσπρο χώμα του. Είν’ ένα φως που ξέρει τί θα
πει γιαλός. Ανασαίνεις τα χόρτα του κήπου.
Σαν αγγίζεις την κόμη σου, διώχνεις τη μνήμη
της χλωρίδας.
Πολλά ώριμα φρούτα που πέφταν
είδα… ολόγλυκα… σ’ ένα χορτάρι που ξέρω
πέφταν με δυνατό γδούπο… Εσύ όμοια πετιέσαι
σαν σκιρτάει εντός σου το αίμα. Κουνάς το κεφάλι,
σαν να γίνεται γύρω σου θαύμα μεγάλο,
ενώ το θαύμα είσαι εσύ. Έχουν γεύση γλυκιά και
σένα τα μάτια· μιά θερμή θύμηση βγάζουν.
Ακούς. Τα λόγια, που ακούς, σ’ αγγίζουνε μόλις.
Λάμπει μιά σκέψη στο πρόσωπο το γαλήνιο,
και στους ώμους σου λάμπει το φως της θαλάσσης.
Στην όψη έχεις σιωπή που ακουμπά την καρδιά σου
με βαρύ χέρι, και στάλα τη στάλα ο πόνος
σε τρυπάει σα χυμός απ’ τα φρούτα τού τότε.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ
Τοιχαλάκια τριγύρω και κήπος στη μέση
με ξερόχορτα και φως που καίει σιγανά το
άσπρο χώμα του. Είν’ ένα φως που ξέρει τί θα
πει γιαλός. Ανασαίνεις τα χόρτα του κήπου.
Σαν αγγίζεις την κόμη σου, διώχνεις τη μνήμη
της χλωρίδας.
Πολλά ώριμα φρούτα που πέφταν
είδα… ολόγλυκα… σ’ ένα χορτάρι που ξέρω
πέφταν με δυνατό γδούπο… Εσύ όμοια πετιέσαι
σαν σκιρτάει εντός σου το αίμα. Κουνάς το κεφάλι,
σαν να γίνεται γύρω σου θαύμα μεγάλο,
ενώ το θαύμα είσαι εσύ. Έχουν γεύση γλυκιά και
σένα τα μάτια· μιά θερμή θύμηση βγάζουν.
Ακούς. Τα λόγια, που ακούς, σ’ αγγίζουνε μόλις.
Λάμπει μιά σκέψη στο πρόσωπο το γαλήνιο,
και στους ώμους σου λάμπει το φως της θαλάσσης.
Στην όψη έχεις σιωπή που ακουμπά την καρδιά σου
με βαρύ χέρι, και στάλα τη στάλα ο πόνος
σε τρυπάει σα χυμός απ’ τα φρούτα τού τότε.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)